Από το 2014, η ραγδαία αύξηση στις αφίξεις μεταναστών και προσφύγων έφερε στο φως προ-υπάρχουσες ελλείψεις και ενίσχυσε τους διαρθρωτικούς περιορισμούς των τοπικών δημόσιων ικανοτήτων για την παροχή πρόσβασης χωρίς αποκλεισμούς σε βασικές υπηρεσίες για τους μετανάστες και τις μετανάστριες. Η πανδημία εξέθεσε την ευαλωτότητα των μεταναστών με περιορισμένη πρόσβαση στην κοινωνική προστασία και τόνισε τα εμπόδια στην πρόσβαση σε πληροφορίες για τη δημόσια υγεία. Αντιμέτωπες με πολλές επείγουσες και άνευ προηγουμένου προκλήσεις, πολλές τοπικές αρχές έλαβαν έκτακτα κοινωνικά και οικονομικά μέτρα, που όμως απέκλεισαν μετανάστες οι οποίοι δεν είχαν ενημέρωση και υποστήριξη για πρόσβαση στα νέα μέτρα.
Η προσέγγιση των πιο ευάλωτων ομάδων παραμένει πρόκληση. Η κοινωνική απομόνωση είναι ένα από τα κύρια ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστριες, μαζί με τις περιορισμένες δεξιότητες στη γλώσσα της χώρας υποδοχής και τις διάφορες μορφές διακρίσεων.
Οι δημόσιες υπηρεσίες και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών αναλαμβάνουν κρίσιμο ρόλο στη διευκόλυνση της πρόσβασης στις υπηρεσίες, καθώς μπορούν να υλοποιήσουν συμπληρωματικά καθήκοντα: οι πάροχοι δημόσιων υπηρεσιών θα πρέπει να παρέχουν κατάλληλες υπηρεσίες και πληροφορίες,, πολιτιστικά, γλωσσικά και σε σχέση με το φύλο.
Τοπικές οργανώσεις καλό είναι να μπορούν να επικοινωνούν αποτελεσματικά με τους μετανάστες και να έχουν την ικανότητα να εμπλακούν με τις κοινότητές τους. Μια ισχυρή συνεργασία μεταξύ τοπικών αρχών και των οργανώσεων μπορεί να οδηγήσει σε ευρείες και συμπληρωματικές προσπάθειες ανταπόκρισης στις προκλήσεις της ένταξης, ικανές να ανταποκριθούν στις ανάγκες υπηρεσιών για τις ευάλωτες ομάδες, ενισχύοντας παράλληλα την κοινωνική συνοχή στις κοινότητές τους.